Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

κωφός
λᾶας
λάβε
λαβραγόρης
λαβρεύομαι
λάβρος
λαγχάνω
λαγωός
λᾶε
λάζομαι
λαθικηδής
λάθον
λάθρῃ
λᾶϊ
λᾶιγξ
λαῖλαψ
λαιμός
λαΐνεος
λάϊνος
λαισήϊον
λαῖτμα
View word page
λαθικηδής

[λαθ-, λανθάνω + κῆδος.]

ShortDef

banishing care

Debugging

Headword:
λαθικηδής
Headword (normalized):
λαθικηδής
Headword (normalized/stripped):
λαθικηδης
IDX:
5913
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5914
Key:

Data

{'content': '<p>[λαθ-, λανθάνω + κῆδος.]</p>'}