Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

κυμαίνω
κύμβαχος
κύμινδις
κυνάμυια
κυνέη
κύνεος
κυνέω
κυνηγέτης
κυνόμυια
κυνοραιστής
κύντατος
κύντερος
κυνώπης
κυνῶπις
κυπαρίσσινος
κυπάρισσος
κύπειρον
κύπελλον
κύπτω
κύρμα
κύρσας
View word page
κύντατος

[superl. fr. κυν-, κύων. Most like what a dog might do.]

Most outrageous or offensive : μερμήριζε ὅ τι κύντατον ἕρδοι Il. 10.503.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κύντατος
Headword (normalized):
κύντατος
Headword (normalized/stripped):
κυντατος
IDX:
5875
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5876
Key:

Data

{'content': '<p>[superl. fr. κυν-, κύων. Most like what a dog might do.]</p> <p>Most outrageous or offensive : μερμήριζε ὅ τι κύντατον ἕρδοι Il. 10.503.</p>'}