Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

κύθε
κυκάω
κυκεών
κυνκλέω
κύκλος
κυκλόσε
κυκλοτερής
κύκνος
κυκόωντι
κυλίνδω
κυλλοποδίων
κῦμα
κυμαίνω
κύμβαχος
κύμινδις
κυνάμυια
κυνέη
κύνεος
κυνέω
κυνηγέτης
κυνόμυια
View word page
κυλλοποδίων

[app. a pet-form fr. κυλλοποδ-, fr. κυλλός, crooked + ποδ-, πούς.]

Voc. κυλλοπόδιον Il. 21.331. Little crook-foot. A name of Hephaestus Il. 18.371, Od. 3.270, Il. 21.331.

ShortDef

club-footed, halting

Debugging

Headword:
κυλλοποδίων
Headword (normalized):
κυλλοποδίων
Headword (normalized/stripped):
κυλλοποδιων
IDX:
5863
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5864
Key:

Data

{'content': '<p>[app. a pet-form fr. κυλλοποδ-, fr. κυλλός, crooked + ποδ-, πούς.]</p> <p>Voc. κυλλοπόδιον Il. 21.331. Little crook-foot. A name of Hephaestus Il. 18.371, Od. 3.270, Il. 21.331.</p>'}