Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

κυδοιμός
κῦδος
κυδρός
κυέω
κύθε
κυκάω
κυκεών
κυνκλέω
κύκλος
κυκλόσε
κυκλοτερής
κύκνος
κυκόωντι
κυλίνδω
κυλλοποδίων
κῦμα
κυμαίνω
κύμβαχος
κύμινδις
κυνάμυια
κυνέη
View word page
κυκλοτερής

-ές

[app. κύκλος + τερ-, τείρω. Rubbed or worn into a circle, but with the force of the second element obscured.]

Round, circular : ἄλσος Od. 17.209.

Sim. : ἐπεὶ κυκλοτερὲς τόξον ἔτεινεν (predicatively, into a (semi-) circle) Il. 4.124.

ShortDef

made round by turning

Debugging

Headword:
κυκλοτερής
Headword (normalized):
κυκλοτερής
Headword (normalized/stripped):
κυκλοτερης
IDX:
5859
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5860
Key:

Data

{'content': '<p>-ές</p> <p>[app. κύκλος + τερ-, τείρω. Rubbed or worn into a circle, but with the force of the second element obscured.]</p> <p>Round, circular : ἄλσος Od. 17.209.</p> <p>Sim. : ἐπεὶ κυκλοτερὲς τόξον ἔτεινεν (predicatively, into a (semi-) circle) Il. 4.124.</p>'}