Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
κυβερνήτης
κυβιστάω
κυβιστητήρ
κυδαίνω
κυδάλιμος
κυδάνω
κύδηνε
κυδιάνειρα
κυδιάω
κύδιστος
κυδοιμέω
κυδοιμός
κῦδος
κυδρός
κυέω
κύθε
κυκάω
κυκεών
κυνκλέω
κύκλος
κυκλόσε
View word page
κυδοιμέω
[κυδοιμός.]
ShortDef
to make an uproar, spread alarm
Debugging
Headword:
κυδοιμέω
Headword (normalized):
κυδοιμέω
Headword (normalized/stripped):
κυδοιμεω
IDX:
5848
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5849
Key:
Data
{'content': '<p>[κυδοιμός.]</p>'}