Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
κτίζω
κτίλος
κτίσσε
κτυπέω
κτύπος
κύαμος
κυάνεος
κυανόπεζα
κυανοπρῴρειος
κυανόπρῳρος
κύανος
κυανοχαίτης
κυανῶπις
κυβερνάω
κυβερνητήρ
κυβερνήτης
κυβιστάω
κυβιστητήρ
κυδαίνω
κυδάλιμος
κυδάνω
View word page
κύανος
-ου, ὁ.
ShortDef
cyanus, a dark-blue substance
Debugging
Headword:
κύανος
Headword (normalized):
κύανος
Headword (normalized/stripped):
κυανος
IDX:
5833
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5834
Key:
Data
{'content': '<p>-ου, ὁ.</p>'}