Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

κροαίνω
κροκόπεπλος
κρόκος
κρόμυον
κρόσσαι
κροταλίζω
κρόταφος
κροτέω
κρουνός
κρύβδα
κρύβδην
κρυερός
κρυόεις
κρυπτάδιος
κρυπτός
κρύπτω
κρύσταλλος
κρυφηδόν
κρύφθη
κρύψω
κτάμεναι
View word page
κρύβδην

[as κρύβδα.]

Avoiding, so as to avoid, notice, secretly : κρύβδην, μηδʼ ἀναφανδά, νῆα κατισχέμεναι Od. 11.455. Cf. Od. 16.153.

ShortDef

secretly

Debugging

Headword:
κρύβδην
Headword (normalized):
κρύβδην
Headword (normalized/stripped):
κρυβδην
IDX:
5797
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5798
Key:

Data

{'content': '<p>[as κρύβδα.]</p> <p>Avoiding, so as to avoid, notice, secretly : κρύβδην, μηδʼ ἀναφανδά, νῆα κατισχέμεναι Od. 11.455. Cf. Od. 16.153.</p>'}