Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
κρειῶν
κρεμάννυμι
κρεῶν
κρήγυος
κρήδεμνον
κρηῆναι
κρῆθεν
κρημνός
κρῆναι
κρηναῖος
κρήνη
κρήνηνδε
κρατήρ
κρῖ
κρίζω
κριθαί
κρίκε
κρίκος
κρίνω
κριός
κριτός
View word page
κρήνη
-ης, ἡ.
ShortDef
a well, spring, fountain
Debugging
Headword:
κρήνη
Headword (normalized):
κρήνη
Headword (normalized/stripped):
κρηνη
IDX:
5776
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5777
Key:
Data
{'content': '<p>-ης, ἡ.</p>'}