Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

κραδάω
καρδία
κραίνω
κραιπνός
κραιπνῶς
κραναός
κρανέεσθαι
κράνεια
κρανίον
κρασί
κρᾶτα
κραταιγύαλος
κραταιΐς
κραταιός
κραταίπεδος
κρατερός
κρατερόφρων
κρατερῶνυξ
κρατερῶς
κράτεσφι
κρατευταί
View word page
κρᾶτα

acc. sing. κάρη.

ShortDef

head

Debugging

Headword:
κρᾶτα
Headword (normalized):
κρᾶτα
Headword (normalized/stripped):
κρατα
IDX:
5745
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5746
Key:

Data

{'content': '<p>acc. sing. κάρη.</p>'}