Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀμενηνός
ἀμενηνόω
ἀμέρδω
ἀμέτρητος
ἀμετροεπής
ἀμητήρ
ἄμητος
ἀμηχανίη
ἀμήχανος
ἀμιτροχίτωνες
ἀμιχθαλόεις
ἀμμείξας
ἄμμες
ἀμμορίη
ἄμμορος
ἀμνίον
ἀμογητί
ἁμόθεν
ἀμοιβάς
ἀμοιβή
ἀμοιβηδίς
View word page
ἀμιχθαλόεις
-εσσα
[prob. = ὀμιχθαλόεις fr. ὀμίχλη.]
ShortDef
inaccessible, inhospitable
Debugging
Headword:
ἀμιχθαλόεις
Headword (normalized):
ἀμιχθαλόεις
Headword (normalized/stripped):
αμιχθαλοεις
IDX:
573
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.574
Key:
Data
{'content': '<p>-εσσα</p> <p>[prob. = ὀμιχθαλόεις fr. ὀμίχλη.]</p>'}