Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
κόμη
κομιδή
κομίζω
κομόωντες
κομπέω
κόμπος
κοναβέω
κοναβίζω
κόναβος
κονίη
κόνις
κονίσαλος
κονίω
κοντός
κοπρέω
κόπρος
κόπτω
κορέννυμι
κορέω
κορθύω
κορμός
View word page
κόνις
ἡ.
Dat. κόνι Il. 24.18 : Od. 11.191.
ShortDef
ashes
Debugging
Headword:
κόνις
Headword (normalized):
κόνις
Headword (normalized/stripped):
κονις
IDX:
5686
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5687
Key:
Data
{'content': '<p>ἡ.</p> <p>Dat. κόνι Il. 24.18 : Od. 11.191.</p>'}