Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
κνημός
κνῆστις
κνῖσα
κνισήεις
κνυζηθμός
κνυζόω
κνώδαλον
κνώσσω
κοῖλος
κοιμάω
κοιρανέω
κοίρανος
κοίτη
κοῖτος
κολλήεις
κολλητός
κόλλοψ
κολοιός
κόλος
κολοσυρτός
κολούω
View word page
κοιρανέω
[κοίρανος.]
ShortDef
to be lord
Debugging
Headword:
κοιρανέω
Headword (normalized):
κοιρανέω
Headword (normalized/stripped):
κοιρανεω
IDX:
5659
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5660
Key:
Data
{'content': '<p>[κοίρανος.]</p>'}