Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

κλυτότοξος
κλῶθες
κλωμακόεις
κνάω
κνέφας
κνῆ
κνήμη
κνημίς
κνημός
κνῆστις
κνῖσα
κνισήεις
κνυζηθμός
κνυζόω
κνώδαλον
κνώσσω
κοῖλος
κοιμάω
κοιρανέω
κοίρανος
κοίτη
View word page
κνῖσα

-ης, ἡ.

ShortDef

smell of burnt sacrifice; (its source) fat caul

Debugging

Headword:
κνῖσα
Headword (normalized):
κνῖσα
Headword (normalized/stripped):
κνισα
IDX:
5651
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5652
Key:

Data

{'content': '<p>-ης, ἡ.</p>'}