Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
κλισία
κλισίηθεν
κλισίηνδε
κλίσιον
κλισμός
κλιτύς
κλονέω
κλόνος
κλόπιος
κλοτοπεύω
κλύδων
κλύζω
κλύω
κλυτοεργός
κλυτόπωλος
κλυτός
κλυτοτέχνης
κλυτότοξος
κλῶθες
κλωμακόεις
κνάω
View word page
κλύδων
ὁ
[κλυδ-, κλύζω.]
ShortDef
a wave, billow
Debugging
Headword:
κλύδων
Headword (normalized):
κλύδων
Headword (normalized/stripped):
κλυδων
IDX:
5634
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5635
Key:
Data
{'content': '<p>ὁ</p> <p>[κλυδ-, κλύζω.]</p>'}