Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

κλεηδών
κλειτός
κλείω
κλέος
κλέπτης
κλεπτοσύνη
κλέπτω
κλέω
κλήδην
κλήθρα
κλείς
κληϊστός
κληΐω
κλῆρος
κλητός
κλιθῆναι
κλῖμαξ
κλίνθη
κλιντήρ
κλίνω
κλισία
View word page
κλείς

-ιδος, ἡ

[κληΐω.]

Dat. pl. κληΐδεσσι (ἰ Od. 12.215. κληῗσι Il. 16.170, Il. 24.318 : Od. 2.419, Od. 9.103, Od. 15.221, etc.

ShortDef

bar, bolt, key; collar bone; clausula

Debugging

Headword:
κλείς
Headword (normalized):
κλείς
Headword (normalized/stripped):
κλεις
IDX:
5614
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5615
Key:

Data

{'content': '<p>-ιδος, ἡ</p> <p>[κληΐω.]</p> <p>Dat. pl. κληΐδεσσι (ἰ Od. 12.215. κληῗσι Il. 16.170, Il. 24.318 : Od. 2.419, Od. 9.103, Od. 15.221, etc.</p>'}