Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

κεκμηώς
κεκόνιτο
κεκομηώς
κεκόνιτο
κεκοπώς
κεκορήμεθα
κεκορηότε
κεκορυθμένος
κεκοτηότι
κεκράανται
κεκριμένος
κεκρυμμένον
κεκρύφαλος
κεκύθωσι
κελαδεινός
κελαδέω
κέλαδος
κελάδω
κελαινεφής
κελαινός
κελαρύζω
View word page
κεκριμένος

pf. pple. mid. and pass. κρινω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κεκριμένος
Headword (normalized):
κεκριμένος
Headword (normalized/stripped):
κεκριμενος
IDX:
5477
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5478
Key:

Data

{'content': '<p>pf. pple. mid. and pass. κρινω.</p>'}