Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
κατθέμεν
κάτθεσαν
κατίμεν
κατιόντα
κατίσχω
κατοίσεται
κατόπισθε
κάτω
κατωμάδιος
κατωμαδόν
κατωρυχής
καυλός
καῦμα
καύστειρα
καὐτός
ἄν
κεάζω
κέαται
κέατο
κεδάννυμι
κεδνός
View word page
κατωρυχής
[κατ-, κατα- 1 + ὀρυχ-, ὀρύσσω.]
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
κατωρυχής
Headword (normalized):
κατωρυχής
Headword (normalized/stripped):
κατωρυχης
IDX:
5424
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5425
Key:
Data
{'content': '<p>[κατ-, κατα- 1 + ὀρυχ-, ὀρύσσω.]</p>'}