Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἁλώμεναι
ἅμα
ἄμαθος
ἀμαθύνω
ἀμαιμάκετος
ἀμαλδύνω
ἀμαλλοδετήρ
ἀμαλός
ἄμαξα
ἀμαξιτός
ἀμάρη
ἁμαρτάνω
ἁμαρτῇ
ἁμαρτοεπής
ἁματροχιή
ἀμαυρός
ἀμαχητί
ἀμάω1
ἀμάω2
ἀμβαίη
ἀμβαλλώμεθα
View word page
ἀμάρη

-ης, ἡ.

ShortDef

canal, ditch

Debugging

Headword:
ἀμάρη
Headword (normalized):
ἀμάρη
Headword (normalized/stripped):
αμαρη
IDX:
535
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.536
Key:

Data

{'content': '<p>-ης, ἡ.</p>'}