Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

καταδέω
καταδημοβορέω
καταδράθω
καταδύω
καταείσατο
καταέννυμι
καταζαίνω
καταθάπτω
καταθεῖναι
καταθείομεν
καταθείς
καταθέλγω
καταθήσω
καταθνῄσκω
καταθνητός
καταθύμιος
καταιβατός
καταικίζω
καταισχύνω
καταΐσχω
καταῖτυξ
View word page
καταθείς

aor. pple. κατατίθημι.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
καταθείς
Headword (normalized):
καταθείς
Headword (normalized/stripped):
καταθεις
IDX:
5263
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5264
Key:

Data

{'content': '<p>aor. pple. κατατίθημι.</p>'}