Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
καταγηράσκω
καταγινέω
κατάγνυμι
κατάγω
καταδάπτω
καταδαρθάνω
καταδέρκομαι
καραδεύω
καταδέω
καταδημοβορέω
καταδράθω
καταδύω
καταείσατο
καταέννυμι
καταζαίνω
καταθάπτω
καταθεῖναι
καταθείομεν
καταθείς
καταθέλγω
καταθήσω
View word page
καταδράθω
aor. subj. καταδαρθάνω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
καταδράθω
Headword (normalized):
καταδράθω
Headword (normalized/stripped):
καταδραθω
IDX:
5255
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5256
Key:
Data
{'content': '<p>aor. subj. καταδαρθάνω.</p>'}