Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

¨καταβρόχω
καταγηράσκω
καταγινέω
κατάγνυμι
κατάγω
καταδάπτω
καταδαρθάνω
καταδέρκομαι
καραδεύω
καταδέω
καταδημοβορέω
καταδράθω
καταδύω
καταείσατο
καταέννυμι
καταζαίνω
καταθάπτω
καταθεῖναι
καταθείομεν
καταθείς
καταθέλγω
View word page
καταδημοβορέω

[κατα-(5)+δημοβορ-, δημοβόρος.]

ShortDef

to consume publicly

Debugging

Headword:
καταδημοβορέω
Headword (normalized):
καταδημοβορέω
Headword (normalized/stripped):
καταδημοβορεω
IDX:
5254
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5255
Key:

Data

{'content': '<p>[κατα-(5)+δημοβορ-, δημοβόρος.]</p>'}