καρδίη
-ης, ἡ
[cf. κραδίη, κῆρ.]
= κραδίη 3.b: ἐν σθένος ὦρσεν (σθένος ἔμβαλʼ̓ ἑκάστῳ καρδίῃ Il. 2.452=Il. 11.12=Il. 14.152.
-ης, ἡ
[cf. κραδίη, κῆρ.]
= κραδίη 3.b: ἐν σθένος ὦρσεν (σθένος ἔμβαλʼ̓ ἑκάστῳ καρδίῃ Il. 2.452=Il. 11.12=Il. 14.152.