Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

καλλίθριξ
καλλίκομος
καλλικρήδεμνος
κάλλιμος
κάλλιον
καλλιπάρηος
καλλιπλόκαμος
κάλλιπον
καλλιρέεθρος
καλλίρους
κάλλιστος
καλλίσφυρος
καλλίτριχος
καλλίχορος
καλλίων
κάλλος
καλός
κάλως
κάλπις
κάλυμμα
κάλυξ
View word page
κάλλιστος

superl. καλός.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κάλλιστος
Headword (normalized):
κάλλιστος
Headword (normalized/stripped):
καλλιστος
IDX:
5170
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5171
Key:

Data

{'content': '<p>superl. καλός.</p>'}