Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
κακομήχανος
κακόξεινος
κακορραφίη
κακός
κακότεχνος
κακότης
κακοφραδής
κακόω
κάκτανε
κακῶς
καλάμη
καλαῦροψ
καλέω
καλήτωρ
καλλείπειν
καλλιγύναιξ
καλλίξωνος
καλλίθριξ
καλλίκομος
καλλικρήδεμνος
κάλλιμος
View word page
καλάμη
-ης, ἡ.
ShortDef
the stalk
Debugging
Headword:
καλάμη
Headword (normalized):
καλάμη
Headword (normalized/stripped):
καλαμη
IDX:
5153
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5154
Key:
Data
{'content': '<p>-ης, ἡ.</p>'}