Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

κακίων
κακκείοντες
κακκῆαι
κακοείμων
κακοεργίη
κακοεργός
κακομήχανος
κακόξεινος
κακορραφίη
κακός
κακότεχνος
κακότης
κακοφραδής
κακόω
κάκτανε
κακῶς
καλάμη
καλαῦροψ
καλέω
καλήτωρ
καλλείπειν
View word page
κακότεχνος

[κακός + τέχνη.]

ShortDef

using bad arts

Debugging

Headword:
κακότεχνος
Headword (normalized):
κακότεχνος
Headword (normalized/stripped):
κακοτεχνος
IDX:
5147
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5148
Key:

Data

{'content': '<p>[κακός + τέχνη.]</p>'}