Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
καθικνέομαι
κάθισαν
καθίστημι
καθοράω
καθύπερθε
καί
καίνυμαι
καίριος
καιρουσσέων
καίω
κάκ
κακίζομαι
κακίων
κακκείοντες
κακκῆαι
κακοείμων
κακοεργίη
κακοεργός
κακομήχανος
κακόξεινος
κακορραφίη
View word page
κάκ
See κατά.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
κάκ
Headword (normalized):
κάκ
Headword (normalized/stripped):
κακ
IDX:
5135
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.5136
Key:
Data
{'content': '<p>See κατά.</p>'}