Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἱκετεύω
ἱκέτης
ἱκετήσιος
ἵκετο
ἰκμάς
ἴκμενος
ἱκνέομαι
ἱκόμην
ἴκρια
ἵκω
ἰλαδόν
ἱλάομαι
ἵλαος
ἱλάσκομαι
ἱλήκω
ἵλημι
Ἰλιόθεν
Ἰλιόθι
Ἰλιόφι
ἰλλάς
ἰλύς
View word page
ἰλαδόν

[ἴλη, εἴλη, a crowd, conn. with εἴλω.]

ShortDef

in troops

Debugging

Headword:
ἰλαδόν
Headword (normalized):
ἰλαδόν
Headword (normalized/stripped):
ιλαδον
IDX:
4965
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4966
Key:

Data

{'content': '<p>[ἴλη, εἴλη, a crowd, conn. with εἴλω.]</p>'}