Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἰητήρ
ἰητρός
ἰθαγενής
ἴθι
ἴθμα
ἰθύς
ἰθύντατα
ἰθύνω
ἰθυπτίων
ἰθύς
ἰθύς
ἰθ(ύ)ω
ἱκάνω
ἴκελος
ἱκέσθαι
ἱκετεύω
ἱκέτης
ἱκετήσιος
ἵκετο
ἰκμάς
ἴκμενος
View word page
ἰθύς

[ἰθ-, εἶμι.]

ShortDef

straight, direct
a straight course

Debugging

Headword:
ἰθύς
Headword (normalized):
ἰθύς
Headword (normalized/stripped):
ιθυς
IDX:
4950
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4951
Key:

Data

{'content': '<p>ἡ</p> <p>[ἰθ-, εἶμι.]</p>'}