Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
θυοσκόος
θυόω
θύραζε
θυραωρός
θυρεός
θύρετρα
θύρα
θύρηθι
θύσανος
θύσθλα
θυσσανόεις
θύω
θύω
θυώδης
θωή
θᾶκος
θᾶκος
θώρηξ
θωρήσσω
θώς
ἴᾶ
View word page
θυσσανόεις
-εσσα
[θύσανος.]
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
θυσσανόεις
Headword (normalized):
θυσσανόεις
Headword (normalized/stripped):
θυσσανοεις
IDX:
4876
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4877
Key:
Data
{'content': '<p>-εσσα</p> <p>[θύσανος.]</p>'}