Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
θυμοραϊστής
θυμός
θυμοφθόρος
θύνω
θυόεις
θύον
θύος
θυοσκόος
θυόω
θύραζε
θυραωρός
θυρεός
θύρετρα
θύρα
θύρηθι
θύσανος
θύσθλα
θυσσανόεις
θύω
θύω
θυώδης
View word page
θυραωρός
[θύρη + ὀρ-, ὄρομαι.]
ShortDef
warder of the gate
Debugging
Headword:
θυραωρός
Headword (normalized):
θυραωρός
Headword (normalized/stripped):
θυραωρος
IDX:
4869
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4870
Key:
Data
{'content': '<p>[θύρη + ὀρ-, ὄρομαι.]</p>'}