Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

θρέψα
θρηνέω
θρῆνος
θρῆνυς
θριγκός
θριγκόω
θρίξ
θρόνα
θρόνος
θρόος
θρῦλίσσω
θρύον
θρῴσκω
θρωσμός
θυγάτηρ
θύελλα
θυήεις
θυηλαί
θυμαλγής
θυμαρής
θυμηγερέων
View word page
θρῦλίσσω

3 sing. aor. pass. θρῦλίχθη.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θρῦλίσσω
Headword (normalized):
θρῦλίσσω
Headword (normalized/stripped):
θρυλισσω
IDX:
4843
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4844
Key:

Data

{'content': '<p>3 sing. aor. pass. θρῦλίχθη.</p>'}