Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
θεσμός
θεσπέσιος
θεσπεσίως
θεσπιδαής
θέσπις
θέσφατος
θέτο
θεύσεαι
θέω
θέωμεν
θεώτερος
θῆαι
θήγω
θεάομαι
θήῃ
θηητήρ
θήϊον
θῆκε
θηλέω
θῆλυς
θημών
View word page
θεώτερος
-η
[comp. fr. θεός]
ShortDef
more divine
Debugging
Headword:
θεώτερος
Headword (normalized):
θεώτερος
Headword (normalized/stripped):
θεωτερος
IDX:
4788
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4789
Key:
Data
{'content': '<p>-η</p> <p>[comp. fr. θεός]</p>'}