Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

θέσαν
θέσθαι
θέσκελος
θεσμός
θεσπέσιος
θεσπεσίως
θεσπιδαής
θέσπις
θέσφατος
θέτο
θεύσεαι
θέω
θέωμεν
θεώτερος
θῆαι
θήγω
θεάομαι
θήῃ
θηητήρ
θήϊον
θῆκε
View word page
θεύσεαι

2 sing. fut. θέω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θεύσεαι
Headword (normalized):
θεύσεαι
Headword (normalized/stripped):
θευσεαι
IDX:
4785
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4786
Key:

Data

{'content': '<p>2 sing. fut. θέω.</p>'}