Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

θελκτήριον
θέλξαι
θέλω
θέμεθλα
θεμείλια
θέμεναι
θέμις
θεμιστεύω
θεμόω
θέναρ
θέντες
θέντων
θέο
θεόδμητος
θεοειδής
θεοείκελος
θεόθεν
θεοπροπέω
θεοπροπία
θεοπρόπιον
θεοπρόπος
View word page
θέντες

nom. pl. masc. aor. pple. τίθημι.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θέντες
Headword (normalized):
θέντες
Headword (normalized/stripped):
θεντες
IDX:
4754
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4755
Key:

Data

{'content': '<p>nom. pl. masc. aor. pple. τίθημι.</p>'}