Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
θαλπωρή
θάλυς
θαλύσια
θαμά
θαμβέω
θάμβος
θαμέες
θαμίζω
θάμνος
θάνατόνδε
θάνατος
θανέεσθαι
θάνον
θάομαι
θάομαι
θάπτω
θαρσαλέος
θαρσαλέως
θαρσέω
θάρσος
θάρσυνος
View word page
θάνατος
-ου, ὁ
[θαν-, θνῄσκω.]
ShortDef
death
Debugging
Headword:
θάνατος
Headword (normalized):
θάνατος
Headword (normalized/stripped):
θανατος
IDX:
4713
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4714
Key:
Data
{'content': '<p>-ου, ὁ</p> <p>[θαν-, θνῄσκω.]</p>'}