Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
Ἥφαιστος
ἧφι
ἤφυσε
ἠχή
ἠχήεις
ἤχθετο
ἤχθετο
ἤχθηρε
ἧχι
ἤχλυσε
ἥψατο
ἠῶθεν
ἠώς
θαάσσω
θαιρός
θαλάμη
θαλαμηπόλος
θάλαμόνδε
θάλαμος
θάλασσα
θαλάσσιος
View word page
ἥψατο
3 sing. aor. mid. ἅπτω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἥψατο
Headword (normalized):
ἥψατο
Headword (normalized/stripped):
ηψατο
IDX:
4684
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4685
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. aor. mid. ἅπτω.</p>'}