Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἁλιοτρεφής
ἁλιόω
ἁλίπλοος
ἁλιπόρφυρος
ἅλις
ἁλίσκομαι
ἀλιταίνω
ἀλιτήμων
ἀλιτρός
ἄλκαρ
ἀλκή
ἄλκιμος
ἀλκτήρ
ἀλκυών
ἀλλά
ἀλλέγω
ἄλλῃ
ἄλληκτος
ἀλλήλων
ἀλλόγνωτος
ἀλλοδαπός
View word page
ἀλκή
-ῆς, ἡ
[cf. ἄλαλκον.]
Dat. ἀλκί (fr. Ἄλξ) Il. 5.299, Il. 13.471, Il. 17.61, etc.: Od. 7.130.
ShortDef
strength
Debugging
Headword:
ἀλκή
Headword (normalized):
ἀλκή
Headword (normalized/stripped):
αλκη
IDX:
467
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.468
Key:
Data
{'content': '<p>-ῆς, ἡ</p> <p>[cf. ἄλαλκον.]</p> <p>Dat. ἀλκί (fr. Ἄλξ) Il. 5.299, Il. 13.471, Il. 17.61, etc.: Od. 7.130.</p>'}