Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἠπύτᾶ
ἠπύω
ἤρ
ἤραρε
ἠράς (σ̓ατο
ἤρατο
ἠρᾶτο
ᾕρεε
ἤρηρει
ἠρήρειστο
ἦρι
ἠριγένεια
ἤρικε
ἠρίον
ἤριπε
ἤρκεσε
ἥρμοσε
ἥρπασε
ἠρτύναντο
ἤρυγε
ἠρύκακε
View word page
ἦρι
[ἀϝερ-. See ἠέριος.]
ShortDef
early
Debugging
Headword:
ἦρι
Headword (normalized):
ἦρι
Headword (normalized/stripped):
ηρι
IDX:
4632
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4633
Key:
Data
{'content': '<p>[ἀϝερ-. See ἠέριος.]</p>'}