Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἠπεροπεύω
ἠπιόδωρος
ἤπιος
ἠπύτᾶ
ἠπύω
ἤρ
ἤραρε
ἠράς (σ̓ατο
ἤρατο
ἠρᾶτο
ᾕρεε
ἤρηρει
ἠρήρειστο
ἦρι
ἠριγένεια
ἤρικε
ἠρίον
ἤριπε
ἤρκεσε
ἥρμοσε
ἥρπασε
View word page
ᾕρεε
ᾕρει
3 sing. impf. αἱρέω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ᾕρεε
Headword (normalized):
ᾕρεε
Headword (normalized/stripped):
ηρεε
IDX:
4629
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4630
Key:
Data
{'content': '<p>ᾕρει</p> <p>3 sing. impf. αἱρέω.</p>'}