Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἠμύω
ἥμων
ἤμων
ἦν
ἐάν
ἠναίνετο
ἤνασσε
ἥνδανε
ἤνεικε
ἠνεμόεις
ᾔνησε
ἡνία
ἡνίκα
ἡνιοχεύς
ἡνιοχεύω
ἡνίοχος
ἠνίπαπε
ἦνις
ἦνον
ἠνορέη
ἦνοψ
View word page
ᾔνησε

3 sing. aor. αἰνέω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ᾔνησε
Headword (normalized):
ᾔνησε
Headword (normalized/stripped):
ηνησε
IDX:
4590
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4591
Key:

Data

{'content': '<p>3 sing. aor. αἰνέω.</p>'}