Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἅληται
ἀλητεύω
ἀλήτης
ἄλθομαι
ἁλιυής
ἀλίαστος
ἀλίγκιος
ἁλιεύς
ἁλιμυρήεις
ἅλιος
ἅλιος
ἁλιοτρεφής
ἁλιόω
ἁλίπλοος
ἁλιπόρφυρος
ἅλις
ἁλίσκομαι
ἀλιταίνω
ἀλιτήμων
ἀλιτρός
ἄλκαρ
View word page
ἅλιος

-η, -ον.

ShortDef

Halius
of the sea
fruitless, unprofitable, vain, idle
Pythagorean name for nine

Debugging

Headword:
ἅλιος
Headword (normalized):
ἅλιος
Headword (normalized/stripped):
αλιος
IDX:
456
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.457
Key:

Data

{'content': '<p>-η, -ον.</p>'}