Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἐγώ
ἠμείψατο
ἡμείων
ἦμεν
ἠμέν
ἡμέρα
ἡμερίς
ἥμερος
ἡμέτερόνδε
ἡμέτερος
ἡμέων
ἠμί
ἡμιδαής
ἡμίθεος
ἡμῖν
ἡμιόνειος
ἡμίονος
ἡμιπέλεκκον
ἥμισυς
ἡμιτάλαντον
ἡμιτελής
View word page
ἡμέων
genit. ἡμεῖς.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἡμέων
Headword (normalized):
ἡμέων
Headword (normalized/stripped):
ημεων
IDX:
4567
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4568
Key:
Data
{'content': '<p>genit. ἡμεῖς.</p>'}