Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἠμαθόεις
ἧμαι
ἦμαρ
ἧμας
ἠμάτιος
ἤμβροτον
ἐγώ
ἠμείψατο
ἡμείων
ἦμεν
ἠμέν
ἡμέρα
ἡμερίς
ἥμερος
ἡμέτερόνδε
ἡμέτερος
ἡμέων
ἠμί
ἡμιδαής
ἡμίθεος
ἡμῖν
View word page
ἠμέν
[ἦ2 μέν.]
ShortDef
as well .. , as also . .
Debugging
Headword:
ἠμέν
Headword (normalized):
ἠμέν
Headword (normalized/stripped):
ημεν
IDX:
4561
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4562
Key:
Data
{'content': '<p>[ἦ2 μέν.]</p>'}