Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἦδος
ἡδυεπής
ἥδυμος
ἡδύποτος
ἡδύς
ἦε
ᾖε
ἠείδη
ἤειρε
ἥλιος
ἦεν
ἠερέθομαι
ἠέριος
ἠεροειδής
ἠερόεις
ἠέρος
ἠεροφοῖτις
ἠερόφωνος
ἤην
ἠθεῖος
View word page
ἥλιος

-ου, ὁ. Also Ἥλιος Od. 8.271. Ἠέλιος as voc. Il. 3.277.

ShortDef

the sun

Debugging

Headword:
ἥλιος
Headword (normalized):
ἥλιος
Headword (normalized/stripped):
ηλιος
IDX:
4489
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4490
Key:

Data

{'content': '<p>-ου, ὁ. Also Ἥλιος Od. 8.271. Ἠέλιος as voc. Il. 3.277.</p>'}