Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ζέσσε
ζεύγλη
ζεύγνυμι
ζεῦγος
ζεφυρίη
Ζέφυρος
ζέω
ζηλήμων
ζητέω
ζόφος
ζυγόδεσμον
ζυγόν
ζωάγρια
ζωγρέω
ζωγρέω
ζωή
ζῶμα
ζώνη
ζώννυμι
ζῶντος
ζωός
View word page
ζυγόδεσμον
τό
[ζυγόν + δεσμός.]
ShortDef
a yoke-band
Debugging
Headword:
ζυγόδεσμον
Headword (normalized):
ζυγόδεσμον
Headword (normalized/stripped):
ζυγοδεσμον
IDX:
4428
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4429
Key:
Data
{'content': '<p>τό</p> <p>[ζυγόν + δεσμός.]</p>'}