Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ζείδωρος
ζέσσε
ζεύγλη
ζεύγνυμι
ζεῦγος
ζεφυρίη
Ζέφυρος
ζέω
ζηλήμων
ζητέω
ζόφος
ζυγόδεσμον
ζυγόν
ζωάγρια
ζωγρέω
ζωγρέω
ζωή
ζῶμα
ζώνη
ζώννυμι
ζῶντος
View word page
ζόφος
-ου, ὁ. Darkness, gloom.
ShortDef
the gloom of the world below, nether darkness
Debugging
Headword:
ζόφος
Headword (normalized):
ζόφος
Headword (normalized/stripped):
ζοφος
IDX:
4427
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4428
Key:
Data
{'content': '<p>-ου, ὁ. Darkness, gloom.</p>'}