Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἐϋκτίμενος
ἐΰκτιτος
εὐκτός
εὔκυκλος
εὐλείμων
εὐλή
εὔληρα
εὐμενέτης
εὔμηλος
ἐϋμμελίης
εὐνάζω
εὐνάω
εὐνή
εὐνῆθεν
εὖνις
ἐΰννητος
εὐνομίη
εὔξεστο
εὔξεστος
εὔξοος
ἔϋξος
View word page
εὐνάζω

[εὐνή.]

Fut. εὐνάσω Od. 4.408.

(κατ-, παρ-.)

ShortDef

to lay

Debugging

Headword:
εὐνάζω
Headword (normalized):
εὐνάζω
Headword (normalized/stripped):
ευναζω
IDX:
4228
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4229
Key:

Data

{'content': '<p>[εὐνή.]</p> <p>Fut. εὐνάσω Od. 4.408.</p> <p>(κατ-, παρ-.)</p>'}