Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἐΰθρονος
εὔθυμος
εὐκαμπής
εὐκέατος
εὔκηλος
ἐϋκλεής
ἐϋκλείη
ἐϋκλειῶς
ἐυκνήμις
εὐκόσμως
ἐϋκτίμενος
ἐΰκτιτος
εὐκτός
εὔκυκλος
εὐλείμων
εὐλή
εὔληρα
εὐμενέτης
εὔμηλος
ἐϋμμελίης
εὐνάζω
View word page
ἐϋκτίμενος
-η, -ον
[ἐϋ- 1 + κτίμενος,
pf. pple. pass. fr. κτι-, κτίζω.]
ShortDef
good to dwell in
Debugging
Headword:
ἐϋκτίμενος
Headword (normalized):
ἐϋκτίμενος
Headword (normalized/stripped):
ευκτιμενος
IDX:
4218
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4219
Key:
Data
{'content': '<p>-η, -ον</p> <p>[ἐϋ- 1 + κτίμενος,</p> <p>pf. pple. pass. fr. κτι-, κτίζω.]</p>'}