Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἔστι
ἔστιχον
ἐστιχόωντο
ἕστο
ἐστόρεσε
ἐστρατόωντο
ἔστρωτο
ἔστυγον
ἐστυφέλιξε
ἔστω
ἕστωρ
ἐσφαγμένα
ἔσφαξαν
ἐσφέρω
ἐσφήκωντο
ἐσφορέω
ἐσχάρα
ἐσχατάω
ἐσχατιά
ἔσχατος
ἔσχε
View word page
ἕστωρ
-ορος.
ShortDef
a peg at the end of the pole
Debugging
Headword:
ἕστωρ
Headword (normalized):
ἕστωρ
Headword (normalized/stripped):
εστωρ
IDX:
4118
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4119
Key:
Data
{'content': '<p>-ορος.</p>'}