Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἕσταθι
ἔσται
ἕσταμεν
ἑστάμεν
ἔσταν
ἑσταότ-
ἔστασαν
ἕστασαν
ἑστᾶσι
ἔστε
ἐστέ
ἕστηκε
ἑστήκει(ν)
ἔστην
ἐστήρικτο
ἐστήριξε
ἔστησαν
ἔστησαν
ἔστησε
ἔστι
ἔστιχον
View word page
ἐστέ

2 pl. pres. indie. εἰμί.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐστέ
Headword (normalized):
ἐστέ
Headword (normalized/stripped):
εστε
IDX:
4099
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4100
Key:

Data

{'content': '<p>2 pl. pres. indie. εἰμί.</p>'}